Η μουσική και η συγγραφή είναι από τις αγαπημένες μου ασχολίες. Κάποια στιγμή έπεσε στην αντίληψή μου ένα βιβλίο του Αλέξανδρου Φωκά, ο οποίος παίζει σαξόφωνο (όπως ο θείος μου, που έγινε γνωστός με αυτό το όργανο) και έγραψε τη βιογραφία του Δώρου Γεωργιάδη. Έτσι το books-cy.com επικοινώνησε με τον συγγραφέα ώστε να μάθει περισσότερα.
Αναλυτικά:
Καλησπέρα σας και σας ευχαριστούμε πολύ για αυτή την συνέντευξη.
Καλησπέρα σας. Εγώ ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνετε και χαίρομαι πολύ που μαθαίνω ότι είστε ανιψιός του μεγάλου συνθέτη και σαξοφωνίστα Γιώργου Κατσαρού, του οποίου οι δίσκοι και τα τραγούδια με συνοδεύουν από την εφηβεία μου μέχρι σήμερα.
Η πρώτη ερώτηση έρχεται (φαντάζομαι) στο μυαλό όλων μας: Πώς συνδυάζεται η μουσική με τη συγγραφή.
Η μουσική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου από πολύ μικρή ηλικία. Θυμάμαι να ακούω με τις ώρες κασέτες και CD που είχαν οι γονείς μου στο σπίτι και να ξεχωρίζω τη φωνή της Μαρινέλλας, της Ελπίδας, του Φίλιππου Νικολάου, του Αντώνη Καλογιάννη και πολλών άλλων. Μεγαλώνοντας απέκτησα την τάση να συλλέγω πληροφορίες σχετικά με το ελληνικό τραγούδι και ιδιαίτερα των δεκαετιών ’60 και ‘70. Έψαχνα την ιστορία των τραγουδιών που αγαπούσα, τους δημιουργούς τους, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκαν. Κάπως έτσι ξεκίνησα να αγοράζω και να διαβάζω βιογραφίες καλλιτεχνών και παράλληλα να γράφω τις δικές μου απόψεις σε ψηφιακά fan club και ομάδες φίλων του τραγουδιού. Στη συνέχεια, το 2017 άρχισα να αρθρογραφώ στο σημαντικότερο διαδικτυακό μουσικό περιοδικό της εποχής μου, το Ogdoo.gr. Όλο αυτό ξεκίνησε από την εσωτερική μου ανάγκη να επικοινωνήσω με ανθρώπους που έχουν παρόμοια μουσικά ενδιαφέροντα και ανησυχίες μαζί μου και να μοιραστώ σκέψεις, αναζητήσεις και συναισθήματα.

Τι σας ώθησε στη συγγραφή της βιογραφίας του Δώρου Γεωργιάδη;
Η αλήθεια είναι ότι πάντα στη ζωή μου ήμουν με το μέρος των αδικημένων. Και οι αδικημένοι στη μουσική είναι οι συνθέτες και οι στιχουργοί, των οποίων τις δημιουργίες συχνά τραγουδάει ο κόσμος χωρίς να ξέρει ότι είναι δικές τους. Έτσι, με κάθε ευκαιρία φρόντιζα να παρουσιάζω λιγότερο προβεβλημένους δημιουργούς του τραγουδιού, όπως τη στιχουργό Σώτια Τσώτου, της οποίας η κοινωνική γραφή με σημάδεψε. Με αφορμή μια συνέντευξη για τη Σώτια Τσώτου γνώρισα έναν από τους στενότερους συνεργάτες της που θαύμαζα πολύ, τον Δώρο Γεωργιάδη. Ο Δώρος ήταν από τους ελάχιστους καλλιτέχνες που δεν «απομυθοποιήθηκαν» στα μάτια μου μετά τη γνωριμία μας. Έτσι, όταν επιτέλους πήρα την απόφαση να γράψω κι εγώ μια μουσική βιογραφία –κάτι που ονειρευόμουν από μικρός– επέλεξα ο πρωταγωνιστής του βιβλίου μου να είναι ο Δώρος Γεωργιάδης, ο οποίος πληρούσε όλα τα κριτήρια που είχα θέσει στον εαυτό μου. Δηλαδή, να είναι ένας καλλιτέχνης με μεγάλη καριέρα, μεγάλες συνεργασίες και τραγούδια με δυνατά και διαχρονικά μηνύματα, όπου η ανάδειξη του έργου του να έχει κάτι σημαντικό να δώσει στους ανθρώπους.
Πείτε μας πώς κάνατε την έρευνα για την ζωή του μεγάλου αυτού συνθέτη μας.
Ξεκίνησα την έρευνά μου ζητώντας αρχικά από ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε ο Δώρος Γεωργιάδης σε Κύπρο και Ελλάδα είτε να μου δώσουν μια συνέντευξη είτε να μου στείλουν κάποιο σημείωμα/κείμενο για να συμπεριληφθεί στο βιβλίο, όπως έγινε για παράδειγμα με τον Μίμη Πλέσσα, τον Θανάση Πολυκανδριώτη, την Ελπίδα και πολλούς άλλους. Παράλληλα, ζήτησα από το ΡΙΚ να μου δοθεί πρόσβαση στο αρχείο ραδιοφώνου, τηλεόρασης και στη βιβλιοθήκη, για να συλλέξω όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες μπορούσα για την καριέρα του Δώρου. Και πράγματι, το υλικό που βρήκα ήταν ατέλειωτο και ανεκτίμητης αξίας. Αγόρασα επίσης τους περισσότερους δίσκους του, ακόμα και εκείνους όπου συμμετείχε με ένα μόνο τραγούδι, και τους ψηφιοποίησα με τη βοήθεια ενός φίλου συλλέκτη στην Ελλάδα που δυστυχώς δεν είναι πλέον μαζί μας, του Βαγγέλη Γρίσπου. Φυσικά το πιο σημαντικό μέρος της έρευνας έγινε με τη βοήθεια του ίδιου του Δώρου, ο οποίος μου διηγήθηκε αρκετά από τα αξιοσημείωτα περιστατικά της καριέρας του και μου έδωσε το αρχείο του, από το οποίο άντλησα πολλές πληροφορίες και φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο βιβλίο. Όλα αυτά, βέβαια, με πολύ μεράκι και αφοσίωση στο να βγει ένα ολοκληρωμένο και έγκυρο αποτέλεσμα.

Πόσο καιρό σας πήρε η συγγραφή του βιβλίου; Εκδόθηκε αμέσως;
Η έρευνα και η συγγραφή διήρκησε περίπου δυόμιση χρόνια, και αυτό γιατί έγραφα το βιβλίο καθώς έκανα το διδακτορικό μου στη Μοριακή Βιολογία Φυτών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham. Έτσι, την έρευνα στο αρχείο του ΡΙΚ και τις συναντήσεις μου με τον Δώρο μπορούσα μόνο να τις συνεχίζω όταν επέστρεφα στην Κύπρο για διακοπές. Όταν ολοκλήρωσα την πρώτη γραφή του βιβλίου ήμουν ακόμα στην Αγγλία, οπότε ήταν δύσκολο να πειστούν οι εκδοτικοί οίκοι στην Κύπρο και κυρίως στην Ελλάδα να το αναλάβουν. Έτσι δεν εκδόθηκε αμέσως το βιβλίο. Όταν τελικά επέστρεψα και εγκαταστάθηκα στην Κύπρο ήταν πολύ πιο εύκολο να κάνω διάφορες συναντήσεις και να διαπραγματευτώ κάποιο πακέτο έκδοσης. Είμαι ευτυχής που τη σωστή στιγμή βρέθηκε στον δρόμο μου η Άντρη Χαϊράλλα, η οποία πίστεψε πραγματικά στο βιβλίο αυτό, το αγκάλιασε με όλη την ψυχή της και έκανε τα πάντα για να φτάσει στους αναγνώστες στην καλύτερη δυνατή μορφή του.
Πώς αντιδρά ο κόσμος που έχει διαβάσει το βιβλίο; Τι σχόλια σας κάνουν;
Ο κόσμος που έχει διαβάσει το βιβλίο συνήθως με συγχαίρει πρώτα-πρώτα για την πρωτοβουλία να ασχοληθώ με το έργο ενός τόσο σπουδαίου καλλιτέχνη, αλλά και για την έκταση και ποιότητα της έρευνας στην οποία βασίστηκε η δημιουργία του βιβλίου. Πολλοί επίσης μου λένε πως τους θύμισε τα όμορφα χρόνια της νιότης τους, πως έμαθαν πολλά στοιχεία για την καριέρα του Δώρου που δεν γνώριζαν, ενώ όλοι επισημαίνουν το πόσο ευκολοδιάβαστο είναι. Τα πιο συγκινητικά σχόλια τα έλαβα από έναν Έλληνα που ζει στο San Francisco, ο οποίος έμαθε τα τραγούδια του Δώρου από τους γονείς του καθώς μεγάλωνε στη Νότιο Αφρική και αναζητούσε πάντοτε μια καταγραφή της πορείας και της δισκογραφίας του «ήρωα» του, όπως αποκαλεί τον Δώρο. «Δεν είναι μόνο το ότι μεγάλωσα με αυτά τα τραγούδια», μου επεσήμανε, «αλλά και το ότι παρέμειναν μαζί μου όλα αυτά τα χρόνια και με καθόρισαν». Εξίσου θερμά είναι και τα σχόλια του κόσμου που ξαναβλέπει τον Δώρο πάνω στη σκηνή να τραγουδά μετά από τόσα πολλά χρόνια.
Εκτός από βιογραφία, έχετε σκεφτεί να γράψετε κάτι διαφορετικό; Κάποιο μυθιστόρημα ή ακόμα και ποιήματα που να μπορούν να μελοποιηθούν;
Δεν έχω σκεφτεί να γράψω κάτι διαφορετικό. Κατά βάση είμαι ερευνητής. Μου αρέσει να μελετώ σε βάθος ένα θέμα και να συνθέτω πληροφορίες που θα δημιουργήσουν μια δομημένη, ενδιαφέρουσα ιστορία. Επομένως η μουσική βιογραφία ταιριάζει απόλυτα στο είδος έρευνας που μου αρέσει να κάνω. Η αλήθεια είναι πως δεν έτυχε μέχρι τώρα να μπω στη διαδικασία να γράψω ποιήματα ή στίχους. Είναι κάτι που δεν το έχω δουλέψει ακόμα.

Τι είδους βιβλία διαβάζετε και ποια βιβλία σας έχουν «σημαδέψει» στη ζωή σας;
Τα περισσότερα βιβλία στη βιβλιοθήκη μου είναι βιογραφίες ή ανθολογημένες συνεντεύξεις μουσικοσυνθετών, στιχουργών και τραγουδιστών. Ο αγαπημένος μου συγγραφέας τέτοιου είδους βιβλίων είναι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Διαβάζω, όμως, οτιδήποτε θα με κάνει καλύτερο άνθρωπο: θα με προβληματίσει, θα μου δώσει καινούργιες γνώσεις, καινούργιο λεξιλόγιο, καινούργιους τρόπους έκφρασης. Ένα βιβλίο που με έχει σημαδέψει είναι η «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη, όπου ο συγγραφέας προσπαθεί να εξηγήσει την ύπαρξη του ανθρώπου και να προτείνει έναν λυτρωτικό τρόπο ζωής. Είναι ένα βιβλίο που κάθε φορά που το διαβάζω μου δημιουργεί μια εσωτερική εφορία. Ένα ακόμα βιβλίο που με σημάδεψε στη ζωή μου ως επιστήμονα είναι το «The Selfish Gene» (μτφρ. «Το εγωιστικό γονίδιο») του Richard Dawkins, μέσα από το οποίο ο συγγραφέας δίνει μια επιστημονική εξήγηση της ζωής, διατυπώνοντας την άποψη πως όλα πηγάζουν από τον εγωιστικό αγώνα των γονιδίων μας να περάσουν από γενιά σε γενιά.
Κλείνοντας, θα ήθελα να μας αναφέρετε τα μελλοντικά σας σχέδια.
Μέσα στον Ιανουάριο θα κάνουμε ακόμα μια παρουσίαση του βιβλίου στη Λευκωσία. Θα γίνει την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023 στις 6μ.μ. στο Θεατράκι του ΡΙΚ «Ανδρέας Χριστοφίδης». Για το βιβλίο και τον Δώρο θα μιλήσει η δημοσιογράφος και λειτουργός ραδιοφώνου, Αθηνά Βιολάρη, και για εμένα η αγαπημένη μου συνοδοιπόρος στο τραγούδι, Καίτη Οικονομίδου. Θα ακολουθήσει ένα μουσικό πρόγραμμα με επιτυχίες του Δώρου Γεωργιάδη που θα τραγουδήσουμε ζωντανά με τετραμελή ορχήστρα. Θα τραγουδήσει μαζί μας και ο ίδιος ο Δώρος. Η είσοδος θα είναι ελεύθερη. Θα χαρούμε να μας τιμήσει με την παρουσία του όλος ο κόσμος που αγαπάει αυτή τη μουσική.
Θέλω να σας ευχαριστήσω και πάλι για την αποδοχή της πρόσκλησης. Η τελευταία παράγραφος είναι δική σας, μπορείτε να κλείσετε την συνέντευξή μας με όποιον τρόπο θέλετε εσείς.
Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και τις πολύ ενδιαφέρουσες ερωτήσεις. Θα ήθελα να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη με στίχους του Δώρου Γεωργιάδη από ένα σημαντικό του τραγούδι που έγινε μεγάλη επιτυχία στην Κύπρο με τη φωνή του Μιχάλη Χατζηγιάννη. Είναι το τραγούδι «Παγκόσμιος Πολίτης», όπου ο Δώρος περιγράφει τη δική του κοσμοθεωρία.
Μου μιλάς για ‘κείνους που χαθήκανε
μου μιλάς για χώρες εχθρικές.
Σου μιλώ για δυο πουλιά π’ αγαπηθήκανε
κι εσύ πνίγεις μες στα στήθια σου βρισιές.
Μα εγώ είμαι ένας πολίτης, ο παγκόσμιος πολίτης
κι ένας τραγικός πλανήτης η πατρίδα μου.
Η Ελλάδα η γειτονιά μου, η Ευρώπη η πολιτεία
κι η Μεσόγειος μια πλατεία απ’ τα νιάτα μου.
Τρέχει ο νους μου σ’ άλλα μέρη που κανένας δεν τα ξέρει
και σε ήλιους που ποτέ τους δεν φανήκανε.
Ψάχνω σ’ άλλους γαλαξίες να ’βρω εκείνες τις αξίες
που δεν θέλω να πιστέψω πως χαθήκανε.
Μου μιλάς γι’ αγώνες και για τ’ άδικα
για λαούς με σύνορα εχθρικά.
Σου μιλώ για τα λουλούδια που μεγάλωσαν
μα τα καίει μες στα μάτια σου η φωτιά.